BLOOD CEREMONY – Black magic rock n’ roll

0
166

Οι Καναδοί ΒLOOD CEREMONY από το Toronto, είναι μία από τις μπάντες που κατά την τελευταία δεκαετία ξεχώρισαν με την ποιότητα και την συνεχή, σκληρή τους δουλειά και παρά το ιδιαίτερο της ηχητικής τους προσέγγισης, καθώς είναι τέρμα βουτηγμένοι στα 70’s, κατάφεραν να φέρουν στο μακρινό μέλλον έναν ήχο του παρελθόντος με απόλυτη επιτυχία και με σεβασμό απόλυτο στις επιρροές τους. Το Καναδικό συγκρότημα ιδρύθηκε το 2006 από την τραγουδίστρια/φλαουτίστρια/οργανίστρια Alia O’Brien και τον κιθαρίστα Sean Kennedy, ο οποίος και θα ήταν ο κύριος συνθέτης στην πορεία. Είναι τα δύο βασικά μέλη που έχουν παραμείνει από την αρχή στο συγκρότημα, το οποίο πήρε το όνομα του από το Ισπανικό φιλμ “Ceremonia Sangrienta”, δηλαδή Ισπανιστί “Blood Ceremony”. Eίχαν άλλη τραγουδίστρια στην αρχή (αγνώστων στοιχείων) η οποία όμως κάποια στιγμή μετακόμισε στην Ινδία (;) και τελικά η Αlia ανέλαβε και τα φωνητικά και το Hammond organ εκτός από το φλάουτο τα καθήκοντα του οποίου είχε εξ αρχής. Με την ίδια την O’Brien να αναφέρει ως αγαπημένη της μπάντα τους  JETHRO TULL και με τις αναφορές του συγκροτήματος σ’ αυτούς κατά πολύ μέσω του φλάουτου της, δεν ήταν λίγοι αυτοί που την χαρακτήρισαν και ως θηλυκό Ian Anderson.

Εξίσου σημαντικές μπάντες για την πορεία των BLOOD CEREMONY, ήταν κατά δηλώσεις των ίδιων των μελών οι BLACK SABBATH, URIAH HEEP, OSANNA, PENTAGRAM, WITCHFINDER GENERAL, ELECTRIC WIZARD και PAGAN ALTAR. Ο Sean Kennedy το προχωρούσε λέγοντας ότι ακούγονται σαν πιο folk BLACK SABBATH, ενώ έβαζε μέσα στις επιρροές τους και τους PENTANGLE και FAIRPORT CONVENTION. Η παρθενική ομότιτλη δουλειά τους βγήκε από την Rise Above Records του αγαπητού Lee Dorian (ex-NAPALM DEATH, CATHEDRAL, TEETH OF LIONS RULE THE DIVINE, νυν WITH THE DEAD, SEPTIC TANK), ο οποίος ως κλασικό λαγωνικό που σέβεται την εταιρεία του, τους τσιμπάει με συνοπτικές διαδικασίες και έτσι τον Σεπτέμβριο του 2008 κυκλοφορεί το ‘’Blood ceremony’’, κάνοντας ιδιαίτερη αίσθηση με τον ήχο του. Είναι σίγουρα η πιο κοντινή στο παλιό Αμερικάνικο doom κυκλοφορία τους, η βαρύτερη όλων, και ίσως και η πιο ακατέργαστη αν θέλετε να τη χαρακτηρίσετε έτσι. Η ηχογράφηση έγινε τον Ιούνιο του 2007 στα Halla Recording Studio και το εξώφυλλο του δίσκου είναι του George Barr και ονομάζεται ‘’Sorceress conjuring’’. Από την αρχή εκτός από τις εύστοχες κιθάρες του Kennedy όπου πρόσθεταν το άκρως απαραίτητο βάρος, τη διαφορά έκανε η φωνή της O’Brien, μία από τις σωστότερες τονικά τραγουδίστριες των τελευταίων ετών. Και φυσικά το φλάουτό της!

Εκτός των δύο προαναφερθέντων, είχαμε τον Chris Landon στο μπάσο και τον Jeremy Finkelstein στα τύμπανα, σε ένα δίσκο με πολύ ζεστό οργανικό ήχο και με κομμάτια όπως το εναρκτήριο ‘’Master of confusion’’ να σε βάζουν άμεσα στο κλίμα των στίχων τους που θα ακολουθούσε το ίδιο μοτίβο για τα επόμενα χρόνια. Ιστορίες για μάγισσες, αναφορές σε αποκρυφισμό και διάφορα παρόμοια φανταστικά πράγματα θα ήταν η σφαίρα αναφοράς τους, ενώ σαν μικρή μάγισσα πλανεύτρα, η O’Brien σαν χαμαιλέοντας άλλαζε από φλάουτο σε όργανο και έβαζε τη ζεστή φωνή της να διηγείται μακάβριες νεκρομαντικές ιστορίες. Δεν λείπουν οι αναφορές και στον θεό Πάνα (κρατήστε το, υπάρχει λόγος) στο εξαίσιο ‘’Hymn to Pan’’ που κλείνει το δίσκο και γενικά έχουμε ένα πολύ συμπαγές ντεμπούτο που πολλοί (συν ο υπογράφοντας) το θεωρούν ότι καλύτερο πρόσφεραν ποτέ οι ξεχωριστοί Καναδοί. Για την προώθηση του δίσκου περιόδευσαν στα μέσα προς τέλη του 2009 στην Ευρώπη με τους ELECTRIC WIZARD έχοντας τις πρώτες τους παραστάσεις πάνω στο συναυλιακό σανίδι. Με τις εμπειρίες που αποκόμισαν ως θησαυρό προς τέρψη και συμμόρφωση για το μέλλον, ετοιμαζόντουσαν για το δεύτερο άλμπουμ τους το οποίο θα είχε τον τίτλο ‘’Living with the ancients’’.

Mε δύο νέα μέλη στις τάξεις τους αυτή τη φορά, τον ντράμερ Andrew Haust που είχε ήδη πάρει τη θέση του Jeremy Finkelstein και με νέο μπασίστα τον Lukas Gadke, στις 7 Μαρτίου του 2011 οι BLOOD CEREMONY κυκλοφορούν το άλμπουμ που τους ανοίγει πόρτες και αυτιά σε όλο τον κόσμο και ο δίσκος αρχίζει έτσι όπως τελείωσε ο πρώτος, με αναφορά στον θεό Πάνα (είπαμε, κρατήστε το) με το εκπληκτικό ‘’The great god Pan’’ να είναι μπροστάρης σε ένα δίσκο αρκετά διαφορετικό από τον προκάτοχο του. Το doom στοιχείο σχεδόν εξαφανίζεται, το folk στοιχείο γίνεται εμφανέστερο, η O’Brien ακούγεται περισσότερο τσαχπίνα και ζεστή στις ερμηνείες, παρά σαν ιέρεια μίας ακατανόμαστης κακής θεότητας και με κομματάρες όπως το ‘’My demon brother’’, το ‘’Oliver Haddo’’ και το 10λεπτο ‘’Daughter of the sun’’, ο δίσκος τους πήγε στο επόμενο επίπεδο και τους έκανε ένα από τα πιο hot ονόματα της εποχής εκείνης. Το status τους ενισχύθηκε και από την περιοδεία που έκαναν ως support των GHOST σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική (που άμα πω ότι οι GHOST ούτε για να τους δένουν τα κορδόνια δεν είναι αλλά θα γίνω πάλι ο κακός της υπόθεσης) και τα πράγματα έδειχναν να βρίσκονται στο σωστότερο δυνατό δρόμο.


Το άλμπουμ κυκλοφόρησε από την Metal Blade στην Αμερική με την μπάντα να είναι πλέον διπλοθεσίτες, και ηχογραφήθηκε στα Electrical Audio/Semaphore στο Chicago, ενώ η μίξη έγινε στην ίδια πόλη και το Boiler Room. Το κρίσιμο τρίτο άλμπουμ ήταν αυτό που έμελλε να τους κάνει γνωστούς σε όλο τον (σώφρονα) κόσμο και στις 27 Μαϊου του 2013, βγαίνει το ‘’The eldritch dark’’, αφήνοντας αποκαΐδια σαν πύρινη λαίλαπα στο πέρασμα του. Ήταν η στιγμή που όλος ο κόσμος θα μιλούσε γι’ αυτούς και με πολιορκητικό κριό το βίντεο του ‘’Goodbye Gemini’’ (το σωστό πιασάρικο κομμάτι στην πιο κατάλληλη στιγμή, winner στο πρώτο άκουσμα), ο δίσκος ήταν ένα επίπεδο πάνω από το ‘’Living with the ancients’’ και τους έφερε σε μία φοβερή περιοδεία ως support των KYLESA (τι πακέτο Θεέ μου, ούτε στα όνειρα μας)… Ο δίσκος ηχογραφήθηκε στα ProGold Studios, η μίξη έγινε στα Revolution Recording και το mastering στα Psychotropic Studios, η μπάντα αποθεώθηκε από τον τύπο παγκοσμίως και μάλιστα ο δίσκος πήρε την 34η θέση στα Φινλανδικά charts. Και πάλι είχαμε άλλο ντράμερ εδώ (3/3, 100% επιτυχία) με τον Michael Carrillo να παίρνει τη θέση του Andrew Haust και ευτυχώς το line-up παραμένει πλέον ίδιο μέχρι και σήμερα.

Την επόμενη χρονιά και συγκεκριμένα στις 28 Απριλίου του 2014, η μπάντα κυκλοφορεί το ‘’Let it come down’’/’’Loving you’’ single σε 7’’ βινύλιο 45 στροφών σε συνολικά 1.800 κόπιες. Το δεύτερο κομμάτι είναι μία διασκευή στους Iron Claw. Η Αμερικάνικη έκδοση ήταν σε μωβ βινύλιο και 500 κόπιες, βγήκε επίσης σε μαυρο-κόκκινο βινύλιο πάλι σε 500 κόπιες, άλλες 100 κόπιες ήταν το λεγόμενο ‘’Die hard’’ edition διάφανο βινύλιο, άλλες 500 κόπιες βγήκαν σε διάφανο πράσινο βινύλιο και άλλη μία ‘’Die hard’’ edition ήταν το σκληρό λευκό βινύλιο που βγήκε σε 200 κόπιες. Πήρε στο συγκρότημα σχεδόν τρία χρόνια για να επιστρέψει στη δισκογραφία και το τέταρτο – και τελευταίο μέχρι στιγμής- άλμπουμ τους με τίτλο ‘’Lord of misrule’’ βγήκε στις 25 Μαρτίου του 2016, ηχογραφημένο στα Toe Rag Strudios στο Λονδίνο. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που κάποιοι αισθάνθηκαν ότι η μπάντα έκανε ένα βηματάκι πίσω, από την άποψη ότι δεν επαναλήφθηκε ο θρίαμβος του ‘’The eldritch dark’’. Ο δίσκος έλαβε και πάλι καλές κριτικές και πως όχι άλλωστε όταν ανοίγει με κομματάρα επιπέδου ‘’The devil’s widow’’, από τα καλύτερα που έγραψαν ποτέ, φοβερές αλλαγές και απρόβλεπτο τελείωμα ενώ νομίζεις ότι ήδη έχει τελειώσει. Δεν πάνε πίσω επίσης και τα ‘’Half moon street’’ και ‘’Τhings present, things past’’ μεταξύ ίσων.

Οι BLOOD CEREMONY κάνανε πολύ κόσμο ειδικά στην Ευρώπη να παίρνει τους δρόμους και να πηγαίνει να τους δει σε φεστιβάλ, με το Roadburn να έχει την τιμητική του και τον κόσμο να μένει άναυδος από το πόσο καλύτεροι ακούγονται –σύμφωνα με μαρτυρίες όλων- σε σχέση με τα άλμπουμ τους. Αρκετοί φίλοι μου που τους έχουν δει και νιώθουν από μουσική, τόνισαν τη θεατρικότητα που τους περιβάλλει, ενώ μοιραία τα μάτια πέφτουν πάνω στην Alia O’Brien και τις καθηλωτικές της ερμηνείες. Μία μπάντα που αποτέλεσε φετίχ για μεγάλη μερίδα του Ελληνικού κοινού έρχεται ίσως στην πιο υποσχόμενη στιγμή της, καθώς έχουν υλικό τεσσάρων δίσκων να παρουσιάσουν και με τη φήμη των ζωντανών τους εμφανίσεων να προηγείται των ιδίων, αναμένεται συναυλιακά τουλάχιστον το 2019 να ξεκινήσει με στυλ και στιγμές που αν όσα ακούμε ευσταθούν –γιατί όχι άλλωστε;- θα είναι και ανάμνηση που θα μας μείνει για πολλά χρόνια χαραγμένη στο μυαλό (αν όχι για πάντα). Θεωρώντας ότι είναι μία πολύ καλή ευκαιρία να δούμε κάτι το διαφορετικό σε μία περίοδο που πολλοί το επιζητούν αλλά λίγοι τολμούν να το φέρουν, είναι το λιγότερο αχρείαστο να τονιστεί ότι οι φίλοι της καλής μουσικής επιβάλλεται να το στηρίξουν σαν γεγονός, ας είναι ο ερχομός τους οιωνός για ανάλογης αξίας συγκροτήματα και στο μέλλον από τα μέρη μας.

Υ.Γ. Τελευταία στιγμή, άλλαξε ο χώρος διεξαγωγής της συναυλίας, που αντί για το Temple θα γίνει στο Fuzz. Το νου σας λοιπόν!!!

Άγγελος Κατσούρας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here