ACCEPT vs RUNNING WILD

0
307




Πέρασε λίγος καιρός από το προηγούμενο δίλημμά μας και βάλαμε μπρος τις μηχανές για άλλη μία φορά. Από την Αμερική και το Bay Area, πάμε στη Γερμανία, όπου θα αναμετρηθούν δύο κλασικά γκρουπ Τευτονικού metal. Οι ACCEPT και οι RUNNING WILD, γκρουπ με μεγάλο πυρήνα οπαδών στη χώρα μας. Διαβάστε τη γνώμη των συντακτών μας και ψηφίστε στο τέλος του κειμένου το δικό σας αγαπημένο σχήμα από τα δύο!

ACCEPT ο Σάκης Φράγκος
Αν μιλούσαμε μέχρι το 90κάτι, ίσως να μπορούσαμε να κάνουμε κουβέντα και να τεθεί πραγματικό δίλημμα. Όταν όμως ένα συγκρότημα δεν υπάρχει είτε κυριολεκτικά είτε οι δίσκοι που βγάζει είναι ως επί το πλείστον μέτριοι ή αδιάφοροι και το άλλο κάνει μία δεύτερη καριέρα βγάζοντας διασκάρες αλλά και ανανεώνοντας τη βάση των οπαδών του, δεν υπάρχει σύγκριση. Βασικά δεν υπάρχει σύγκριση ανάμεσα στο σερί των ACCEPT από το “Breaker” μέχρι το “Russian roulette” και τους δίσκους των RUNNING WILD, αλλά κουβέντα να γίνεται. Αγαπάμε τον Rock N’ Rolf και τους πειρατές του, μεγαλώσαμε βλέποντας τις συναυλίες τους στο «Ρόδον», δίσκοι όπως το “Port royal” και το “Death or glory” είναι δίσκοι της εφηβείας μου, αλλά δεν συγκρίνουμε δίσκους. Συγκρίνουμε καριέρες. Και τα τελευταία 20 χρόνια, οι RUNNING WILD περνάνε και οριακά ακουμπάνε, εν αντιθέσει με τους ACCEPT που περνάνε και τραβάνε φάπες!!!

RUNNING WILD ο Θοδωρής Κλώνης
Από τις περιπτώσεις που δεν μπορώ να είμαι απόλυτα αντικειμενικός. Απλά δεν μπορώ. Αν μιλάγαμε εντελώς ψυχρά, θα έπρεπε να επιλέξω τους ACCEPT καθώς η αλήθεια είναι ότι είναι πιο σταθεροί ποιοτικά στο σύνολο της δισκογραφίας τους. Μας έχουν χαρίσει απίστευτες στιγμές συγκίνησης στο παρελθόν με τον Udo, ενώ και η πορεία τους με τον  Tornillo είναι φανταστική.  Για του λόγου το αληθές αξίζει να πούμε εδώ ότι το  “Blood of the nations” του 2010 θεωρείται ένα από τα καλύτερα comeback άλμπουμ και η συνέχεια να είναι ανάλογη. Γιατί όμως όχι ACCEPT λοιπόν; Επειδή έχουμε απέναντι τους, τους  RUNNING WILD. Και μπορεί, όπως σχολιάζαμε με φίλους συντάκτες πριν από μερικές μέρες, ο καπετάν Rolf να έχει καταντήσει τη μπάντα σαν το πειρατικό στον Αστερίξ, η μαγεία και η πώρωση που μου έχουν χαρίσει στο παρελθόν όμως, συγκρίνεται με ελάχιστες περιπτώσεις. Προσωπικά εκτιμώ ότι μέχρι και το “The rivalry” η δισκογραφία τους είναι αψεγάδιαστη, από εκεί και πέρα όμως το καράβι άρχισε να μπάζει νερά, με αποκορύφωμα εκείνο το αχαρακτήριστο “Shadowmaker”. Παρόλα αυτά, στις επόμενες δουλειές τους και ιδίως στο “Rapid foray” έδειξαν σημεία ανάκαμψης, κάτι που δεν μπορώ να πω όμως και για το πρόσφατο EP τους. Μαθαίνω ότι ετοιμάζουν νέο δίσκο. Ειλικρινά, δεν περιμένω και πολλά πλέον. Οι εμμονές του Rolf σε πολλά θέματα, ιδίως στη μη σύνθεση μιας κανονικής μπάντας, θεωρώ ότι έχουν οδηγήσει τους RUNNING WILD σε τέλμα. Όμως δεν μπορώ να ψηφίσω εναντίον τους, ακόμα και αν με βάλετε να περπατήσω σε σανίδα πάνω από τη θάλασσα.  Prisoner of our time; Μπορεί…

 

ACCEPT ο Σάκης Νίκας
Καμία σύγκριση! Δεν γίνεται να μπουν στο ίδιο τσουβάλι οι ACCEPT με τους RUNNING WILD. Δε λέω…σπουδαία μπάντα οι RUNNING WILD με απίστευτο δισκογραφικό οπλαστάσιο ως τα τέλη της δεκαετίας του ‘90. Μεγάλη μορφή ο Rock N’ Rolf αν και μετά από κάποιο σημείο έχασε ομολογουμένως τη μπάλα. Ούτε ξεχνάω σαν πιτσιρικάς που πίστευα ότι όντως θα γινόταν ζημιά στο στερεοφωνικό μου αν δυνάμωνα την ένταση του “Under Jolly Roger”! Αλλά εδώ μιλάμε για τους ACCEPT! Παιδιά…για τους ACCEPT! Την επιτομή του αγνού και ατόφιου heavy metal. Τους απόλυτους εκφραστές μιας ολόκληρης δεκαετίας όσον αφορά το ευρωπαϊκό heavy metal. Δεν θα κάτσω να αραδιάσω δίσκους ή να μιλήσω για την επιδραστικότητα και την επιρροή των ACCEPT. Στοιχειώδη πράγματα. Ούτε θα κάνω ειδική μνεία σε ένα από τα καλύτερα comeback άλμπουμ ever για το οποίο ακόμη παραμιλάμε…παρεμπιπτόντως, εδώ μπορείτε να βάλετε τόσο το “Objection overruled” όσο και το “Blood of the nations”. Και τα δύο εμπίπτουν στην ίδια κατηγορία.
Αυτό που θα πω μονάχα είναι το εξής: στα μάτια μου οι ACCEPT θα είναι πάντα το 5ο κατά σειρά σημαντικότερο (προσέξτε…σημαντικότερο και όχι απλά αγαπημένο) heavy metal group όλων των εποχών. MAIDEN, METALLICA, SABBATH, PRIEST…ACCEPT! Ναι, ξέρω ότι με αντικειμενικούς όρους (πωλήσεις, επιδραστικότητα, πετυχημένες περιοδείες κτλ.) αυτή η θέση καταλαμβάνεται πιθανότατα από τους PANTERA. Γι’ αυτό είπα όμως “στα μάτια μου”! Στρατηγός, Wolf, Jorg, Stefan, Peter…τι line-up, Θεέ μου!!!
Σάκης Νίκας


RUNNING WILD ο Δημήτρης Μπούκης
Αλήθεια κύριε Φράγκο; Τέτοια χτυπήματα πια; Εντάξει, θα το αντέξουμε γιατί εδώ μιλάει η καρδιά και όποιος με διαβάζει ή με γνωρίζει στο ελάχιστο, ξέρει τι θα επιλέξω. Αρχικά και οι ACCEPT και ειδικά οι RUNNING WILD, είναι από τις αγαπημένες μου μπάντες. Δεν με ενδιαφέρει αν θεωρηθώ κολλημένος οπαδός των RUNNING WILD, αλλά η άποψη μου είναι ότι το σερί δέκα δίσκων, από το ντεμπούτο τους μέχρι και το “Rivalry”, είναι ισοπεδωτικό. Δεν είναι πολλές οι μπάντες με μία τόσο δυναμική και ποιοτική συνέπεια όπως οι RUNNING WILD, στην περίοδο που ανέφερα. Και γίνομαι τόσο συγκεκριμένος, γιατί ότι ακολούθησε το “Rivalry”, βρίσκεται στη σκιά του ένδοξου παρελθόντος της μπάντας και μάλιστα, υπάρχουν αρκετές δισκογραφικές δουλειές που δεν τιμούν ούτε το συγκρότημα, ούτε τον καπετάνιο της. Στα των ACCEPT, έχουμε πάλι μία μπαντάρα μεγατόνων, με τρομερή ιστορία και ένα εξίσου αξεπέραστο σερί ιστορικών άλμπουμ. Σαφώς ήρθαν οι μέτριες δισκογραφικές στιγμές τους αλλά εδώ, ήρθε και μία αναγέννηση που ποτέ δεν έγινε στους πειρατές. Μία αναγέννηση που συνοδεύτηκε, ίσως, με το καλύτερο reunion άλμπουμ που κυκλοφόρησε στο heavy metal, φυσικά αναφέρομαι στο “Blood of the nations”. Ανεξάρτητα όμως της σύγκρισης στις πορείες των δύο αυτών συγκροτημάτων, δεν μπορώ να ρίξω την ψήφο μου κάπου αλλού και οι RUNNING WILD είναι η επιλογή μου. Οι RUNNING WILD, το ξαναλέω, είναι από τις αγαπημένες μου μπάντες και αν τα μυαλά του Kasparek ήταν διαφορετικά, το συγκρότημα αυτό, αυτή την στιγμή, δεν θα ήταν μια μεγάλη αγάπη για ένα περιορισμένο κοινό, αλλά μία από τις βασικές κινητήριες μηχανές ολόκληρου του heavy metal. Αλλά είπαμε.. Το ευχάριστο είναι ότι η μουσική πάντα μένει και η ρότα της μπάντας από 1984 έως το 1998 δεν θα ξεχαστεί ποτέ.
Δημήτρης Μπούκης

 

ACCEPT ο Δημήτρης Τσέλλος
Δεν τίθεται καν ζήτημα δυσκολίας. Φαινομενικά, τα δύο αυτά σχήματα μπορούν να συγκριθούν, λόγω κοινών καταβολών σε ένα σεβαστό ποσοστό (ο μισός ήχος και των δύο είναι οι JUDAS PRIEST) και λόγω του ότι οι μεν (ACCEPT) αποτέλεσαν για τους δε (RUNNING WILD) πηγή έμπνευσης και επιρροή. Η πορεία τους όμως στον χρόνο και το «στίγμα» τους, ανακηρύσσει νικητές τους ACCEPT. Να ξεκαθαρίσω πως μου αρέσουν πολύ οι RUNNING WILD, τόσο στα δύο πρώτα τους που έπαιζαν «σατανικό» speed metal, όσο και μετά με το «πειρατικό» τους στυλ. Αλλά λαμβάνω σοβαρά υπόψη μου πρώτον το γεγονός πως η παρέα του Hoffmann υπήρξε πιο επιδραστική, και δεύτερον πως αυτή του Kasparek πλέον έχει σηκώσει πανιά, έχει μαζέψει κανόνια και εκεί που οι δίσκοι έμοιαζαν με «ντελίνια» (η ελληνική ναυτική ονομασία των «πλοίων γραμμής») που βύθιζαν με μια «μπαταριά» ό,τι στεκόταν απέναντι στις «μπούκες» τους, τώρα μοιάζουν με βάρκες «παπαδιές» που βγαίνουν ξημερώματα για περκόχανα. Και ναι, πολύ ωραίες οι «παπαδιές», ωραίο το ψάρεμα, αλλά από τον Rolf περιμένουμε ένα “ship ahoy!” και “fire all the starboard cannons!”, όχι «Τσιμπάει! Τσιμπάει!» και να τραγουδάμε το «Μια ψαροπούλα είναι αραγμένη, μπρος στ’ ακρογιάλι τον Ζέππο περιμένει». Για να καταλάβεις το μέγεθος της παρακμής, φαντάσου πως το απλά αξιόλογο “Rapid foray” έκανε πολύ καλή εντύπωση, συγκρινόμενο με τα γεώμηλα που σταθερά ακούμε από τους RW τα τελευταία…δεν θυμάμαι πόσα χρόνια! Αντίθετα οι ACCEPT μπορεί να πέρασαν και αυτοί μια περίοδο κάμψης (“Deathrow” και “Predator” – όχι το “Eat the heat” δεν το υπολογίζω, μια χαρά δίσκος είναι), ωστόσο από την μια η δική τους κάμψη μοιάζει με αριστούργημα μπροστά στην αντίστοιχη των RUNNING WILD, από την άλλην ανάκαμψαν όχι μόνο γρήγορα, αλλά και εντυπωσιακά! Σίγουρα “Blood of nations”, “Stalingrad” και “Blind rage” ο Rolf ούτε καν ονειρεύτηκε από το 1998 και μετά. Επομένως, έστω και αν θεωρήσω τα «χρυσά χρόνια» και των δύο ισάξια, τα πεπραγμένα των τελευταίων 20 ετών γέρνουν πανεύκολα την πλάστιγγα υπέρ των Επιλαρχιών Μέσων Αρμάτων, του υποστράτηγου (ΤΘ) Hoffmann.

 

ACCEPT ο Θοδωρής Μηνιάτης 
ACCEPT vs RUNNING WILD, RUNNING WILD vs ACCEPT. Σίγουρα άλλο ένα από τα πολύ δύσκολα διλήμματα που μπορεί να θέσει ένας οπαδός στον εαυτό του, αφού και τα δυο συγκροτήματα λογίζονται σίγουρα σε αυτά που έχουν οριοθετήσει μουσικά ιδιώματα.
Όταν μνημονεύεις τους ACCEPT, δεν γίνεται να μην τους «τοποθετήσεις» σε κάθε λυσάρι της μουσικής δίπλα στις λέξεις “κλασσικός heavy metal ήχος”, αφού ανήκουν στην ελίτ αυτών που ξεκίνησαν κάποτε τον όρο. Τα πρώτα δυο albums τους “Accept” το 1979 και “I’m a rebel” το 1980, είναι σαφώς πιο «άγουρα» σχετικά με την μετέπειτα καριέρα τους, με την κυκλοφορία όμως του “Breaker” το 1981 και μέχρι το “Russian roulette” το 1986, κατάφεραν σε 5 χρόνια με αντίστοιχο αριθμό δίσκων να καθιερωθούν στις καρδιές όλων των οπαδών σαν ένα από τα καλύτερα groups που έχει «γεννήσει» το heavy metal με δουλειές που είναι 10000% αντιπροσωπευτικές του ήχου. Όταν η φωνή που έχει τραγουδήσει όλες τις μεγάλες επιτυχίες του σχήματος, Udo Dirkschneider, επέστρεψε το 1993 στην φυσική της θέση (μετά την αποτυχημένη εμπορική «στροφή» που ήθελαν), για τα επόμενα 3 χρόνια ακούσαμε ωραίες σχετικά δουλειές, σαφώς κατώτερες σε συνθετικό σύνολο από τα πρώτα χρόνια παρουσίας. Τα τελευταία 10 χρόνια οι ACCEPT, μετά από δισκογραφική απουσία 14 ετών, είναι και πάλι ενεργοί στο προσκήνιο, αν και το σχήμα πια είναι ο Wolf Hoffmann και οι άλλοι, μια και είναι το μόνο μέλος της αυθεντικής σύνθεσης που έχει μείνει, κάτι που είναι σαφώς λυπηρό, όποιος λόγος και να υπάρχει για αυτή την εξέλιξη. Τουλάχιστον στα υπέρ τους είναι η δισκογραφική συνέπεια που τους διέπει με αν μη τι άλλο αξιόλογες προσπάθειες.
Από την άλλη οι RUNNING WILD, για τον γράφοντα είναι ένα group που όπως και οι ACCEPT «μεγάλωσα» μαζί του, αφού από το 1990 και μετά, κάθε album του αγοράζονταν άμεσα όταν υπήρχε στα ράφια των δισκοπωλείων. Το συγκρότημα εδραίωσε τον όρο «πειρατικό metal» αλλά ήταν και από τους πρώτους που έπαιξε Τευτονικό metal, κάτι που γνωρίσαμε από αρκετά Γερμανικά groups ειδικά την δεκαετία του 1990. Ότι έχει κυκλοφορήσει από το “Gates to purgatory” το 1984 μέχρι και το “The rivalry” το 1998, δεν πρέπει να λείπει από καμία ενημερωμένη δισκοθήκη. Οι RUNNING WILD κατάφεραν να γράψουν δίσκους που θα μείνουν για πάντα κλασικοί και αψεγάδιαστοι, εξυμνώντας στο έπακρο τις λέξεις «λυρισμός», «μελωδία» και «συνθετική δύναμη». Είναι από τα λίγα συγκροτήματα που έχουν διατηρήσει για τόσα χρόνια μια σταθερή συνθετική ροη και ικανότητα με αποτέλεσμα ο ακροατής να λαμβάνει σε κάθε δουλειά υψηλού επιπέδου τραγούδια προς τέρψη του. Όπως και οι ACCEPT έτσι και αυτοί θα μου φέρνουν πάντα στο μυαλό αναμνήσεις πιο μικρής ηλικίας από δισκάδικα όταν αγόραζα τους δίσκους τους on time ή από τις κάποτε κλασσικές Κυριακάτικες βόλτες για βινύλια στο Μοναστηράκι, πολύωρων συζητήσεων σε καφετέριες, τηλεοπτικές εκπομπές με τα video clips τους κλπ. Από το 2000 μέχρι και το 2005, έχουν κυκλοφορήσει 3 αξιοπρεπείς δουλειές αλλά δυστυχώς τα επόμενα χρόνια με εξαίρεση το αρκετά καλό “Rapid foray” το 2016, οι υπόλοιπες δουλειές τους προσβάλλουν κατά κάποιο τρόπο την μεγάλη αίγλη που είχε κάποτε το group. Δυστυχώς η περίεργη προσωπικότητα του ιθύνοντα νου του σχήματος, Rolf Kasparek, τον έχει κάνει να μην έχει σταθερά συγκεκριμένους μουσικούς στο πλάι του και έτσι ειδικά τα τελευταία χρόνια η ηχητική ποιότητα των τραγουδιών να είναι χαμηλή.
Η ψήφος μου πάει εύκολα στους ACCEPT αφού βάση των δουλειών τους και εξαιτίας και της μεγαλύτερης συνέπειας τους σε καλά albums, συνειδητοποίησα ότι «βάζοντας κάτω τα αυτά δυο συγκροτήματα», έχουν για μένα τραγούδια και δίσκους που έχω ακούσει περισσότερο από τους RUNNING WILD. Ίσως αν οι «πειρατές» είχαν και αυτοί μεγαλύτερη δισκογραφική συνέπεια και φυσικά πολύ καλύτερες δουλειές σε σύνολο, η ψήφος να «πήγαινε» πιο δύσκολα σε κάποιον.
ACCEPT ο Γιάννης Σαββίδης
Θα είμαι ειλικρινής, αυτό το δίλημμα με πόνεσε προσωπικά. Λατρεύω αμφότερους, σε μεγάλο βαθμό. Απλά όπως πάντα, στο τέλος μένει μόνο ένας. Μα φυσικά μιλάω για τη Γερμανική μάχη που μας έβαλε το αφεντικό, υποχρεώνοντάς μας να διαλέξουμε πλευρά. ACCEPT ή RUNNING WILD; Wolf Hoffman ή Rolf Kasparek; “Balls to the wall” ή “Under jolly roger”; Αλητείες και μηχανές ή πειρατεία και ληστεία; Η αλήθεια είναι, πως διαλέγουμε ανάμεσα σε δύο κοσμοθεωρίες εδώ. Και σε δύο εντυπωσιακές δισκογραφίες.
Αν και οι ACCEPT δεν ξεκίνησαν εντυπωσιακά, παρόλο που τόσο το “Accept” (1979) όσο και το “I’m a rebel” (1980) είναι πολύ ωραίοι δίσκοι, θέτοντας τα θεμέλια για το που θα πήγαιναν αργότερα. Και να σου “Breaker” (1981), “Restless and wild” (1982), “Balls to the wall” (1983) (top 3 κλασσικού heavy metal για τον γράφοντα), “Metal heart” (1985), “Russian roullette” (1986), “Eat the heat” (1989) (ναι, και χωρίς Udo, εμένα μου αρέσει, εντάξει; ) σε μια δεκαετία – τρένο, παρά τη φυγή Udo στο τέλος της. Επιστροφή Udo και επιστροφή με δισκάρα: ”Objection overruled” (1993) (top 5 δισκογραφίας άνετα), ακολουθούμενο με κεκτημένη ταχύτητα από τα “Death row” (1994) /”Predator” (1996) που αν και υποδεέστερα ελαφρώς, διατηρούσαν ποιότητα και τσίπα. Αλλά ο Udo δημιουργεί προβλήματα στη μπάντα, και οι δρόμοι εκ νέου χωρίζουν. Reunion το 2005 που δεν αποδίδει καρπούς πέραν των συναυλιών, και οι ACCEPT μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Μέχρι που σκάει η μεταγραφή επ’ ονόματι Mark Tornillo στο μικρόφωνο. Ποιος είναι αυτός είπαμε; Το ποιος είναι το μάθαμε “στο γήπεδο” με το “Blood of the nations” (2010) να ξεκινάει ένα σούπερ σερί ατόφιου Γερμανικού ατσαλιού. Παρά την αποχώρηση Peter Baltes, οι ACCEPT παραμένουν σε καλή φόρμα, και δείχνουν να έχουν καλογεράσει που λέμε με τα χρόνια. Αφήστε που live, σκοτώνουν ως και τις μέρες μας. Παρά τη φυγή και του κυρίου Peter Baltes, το μέλλον δεν είναι δυσοίωνο για τους πιονέρους εκ Βεστφαλίας.
Στον αντίποδα, οι RUNNING WILD είχαν όλα τα εχέγγυα για να πάρουν το ροζ φύλλο αγώνα. Πάρτε εδώ σερί: “Gates to purgatory” (1984), “Branded and exiled” (1985) με το καφροσατανίζον ύφος τους, μοιράζοντας ξύλο και riff-άρες σε κεφάλια. Μετά, φορέσανε τα πειρατικά τους αρχής γενομένης από το “Under jolly roger” (1987) και έπειτα στα φανταστικά “Port royal” (1989), “Blazon stone” (1991), “Pile of skulls” (1992), “Black hand inn” (1994), “Masquerade” (1995), “The rivalry” (1998). Κάπου εκεί, ο καπετάνιος Rolf Kasparek, χάνει τη ρότα του και από Captain Barbossa, αρχίζει και παραπαίει. Γίνεται η μπάντα – project που μειώνει τις περιοδείες, που παίζει με drum machine στο στούντιο, που η συνοχή στις κυκλοφορίες τύπου “Victory” (2000), “The brotherhood” (2002), “Rogues en vogue” (2005) είναι άγνωστη λέξη, μια και προφανώς, δεν υπάρχει η κάποτε υπάρχουσα ροή των δίσκων τους, και δεν υπάρχει φυσικά η ανάλογη έμπνευση. Το 2009, αποφασίζει να κλείσει το μαγαζί τίμια, και να κάνει την live κυκλοφορία “The final jolly roger”, ως ύστατο χαίρε στους οπαδούς που τόσο τον αγάπησαν. Μετά, έρχεται το 2011, και αποφασίζει να γυρίσει στα πράγματα, ως εκείνος συν 2-3 hired guns (παρατρεχάμενοι ελληνιστί), με τη κυκλοφορία του “Shadowmaker” (2012) (“Me and the boys”; αλήθεια τώρα;) και του “Resilient” (2013), να τρώνε τη χλεύη που αξίζανε, λόγω ξεκάθαρης ανεμπνευσιάς και αψυχιάς. Ανάσα ελπίδας, το “Rapid foray” (2016) (χωρίς να είναι στο ίδιο επίπεδο επ’ ουδενί με τα προ ‘95) με το “Crossing the blades” EP (2019) να μην είναι στο ίδιο επίπεδο. Το χειρότερο με τον καπετάνιο είναι ότι πλέον, είναι ο πειρατής στο Αστερίξ που του βουλιάζουν οι Γαλάτες το καράβι και πάντα το χρωστάει. Άσε που παίζει ένα live το χρόνο, η μπάντα ΔΕΝ δένει και ως εκ τούτου, στη καλύτερη μέτριος και διεκπεραιωτικός. Έτσι πάει όταν αδικείς τον εαυτό σου.
Ως εκ τούτου, η πλάστιγγα γέρνει πιο εύκολα από ποτέ στους ACCEPT, για διάρκεια, ποιότητα, σταθερότητα σε όλους τους τομείς.  Κλείνοντας, θέλω να αφιερώσω το κείμενο αυτό σε έναν άνθρωπο, που ήταν τιμή μου να γνωρίσω και να αποκαλέσω φίλο μου: στον Αλέξανδρο Szczygiel, γνωστό και ως “Πολωνό”, μια και οι πειρατές εκ Αμβούργου ήταν η αγαπημένη του μπάντα στο κόσμο. Κάθε νότα RUNNING WILD που παίζει, είναι για σένα και το ξέρεις.

ACCEPT ο Φραγκίσκος Σαμοΐλης
Όσο και αν αγαπάω τους πιο διάσημους (και σοβαρούς) «πειρατές» του heavy metal, εδώ πάω με ACCEPT και χωρίς πολλές-πολλές σκέψεις για να είμαι και ειλικρινής.
Τιμημένη Γερμανία, heavy, power, Τεύτονες, όλα τα καλά. Δισκάρες εκατέρωθεν, με τους ACCEPT στα 10 πρώτα χρόνια (1979-1989) να έχουν βγάλει 8 δίσκους με πόσες δισκάρες μέσα σε αυτούς και μετά να τους τρώει το μαύρο το σκοτάδι μέχρι και το «τσεκούρι» που μας έσκασε στο κεφάλι το 2010 πρώτα με το “Teutonic terror” και στη συνέχεια με ολόκληρο το “Blood of the nations”. Ένας δίσκος που τους έκανα να περνάνε μία δεύτερη νιότη και να δείχνουν και σε καλύτερη κατάσταση από ποτέ. Ναι, αλλαγές επί αλλαγών, ο Hoffman τα πάντα όλα και όπως το πάει, αν μπορούσε να το κάνει σόλο στο τέλος, ίσως και το έκανε, αλλά η ποιότητα αυτής της απόλυτης heavy metal Γερμανικής μηχανής, είναι εκεί. Μπάντα με διαχρονικούς παντοτινούς ύμνους της μουσικής μας, ειδικά στα 80s και που στο σανίδι αναβαίνει και κόβει κωλαράκια, για να το πούμε όσο πιο σεμνά γίνεται.
Οι RUNNING WILD από την άλλη, κράτησαν για αρκετά περισσότερο την πρώτη και ποιοτικότερη περίοδό τους, με 10 δίσκους σε 14 χρόνια (1984-1998… και το “Rivalry” είναι δισκάρα και το τέλος μαζί), επίσης πολλές δισκάρες ανάμεσά τους, επίσης με διαχρονικούς ύμνους (αν και λιγότερους συγκριτικά… μιλώντας γι’ αυτούς που ξέρει και αυτή η δύσμοιρη η κουτσή η Μαρία που λέμε), αλλά με κάτι υποφερτές και άντε συμπαθητικές εκλάμψεις, είναι η απόλυτη σκιά του εαυτού τους. Ο καπετάνιος, έχει χάσει τη μπάλα (να λέμε αλήθειες), τόσο μουσικά όσο και στα υπόλοιπα (με τις πασίγνωστες φήμες να μην έχουν διαλυθεί ποτέ απόλυτα και τα σύννεφα να συνοδεύουν μόνιμα το πειρατικό). Αγάπη μεγάλη, προσωπικό τεράστιο συναυλιακό απωθημένο που εκπληρώθηκε μεν το 2015 με τον αγαπημένο Κουκουλάκη στο Wacken, αλλά ταυτόχρονα ήταν και ταφόπλακα της όποια αμυδρής ελπίδας είχαμε για κάτι τιμιότατο έστω από τους πάλαι ποτέ κουρσάρους των metal θαλασσών, με την απαράδεκτη εμφάνισή τους.
Οι μεν ACCEPT δείχνουν και είναι μία full μπάντα, πλήρως λειτουργική, εξαιρετική live, με δισκογραφία-αναγέννηση, οι δε RUNNING WILD μέχρι το 1998 έπαιζαν μεγάλη μπάλα, αλλά από εκεί και πέρα τριγυρνάνε στις θάλασσες χωρίς προορισμό, όσο και αν με ενοχλεί αυτό σαν οπαδό. Ακόμα και σήμερα όμως να ήταν σε καλή κατάσταση οι RW, το ειδικό βάρος των ACCEPT, η επιρροή, η διαχρονικότητα, αλλά και η ουσία στην τελική, είναι για μένα ασύγκριτα στο συγκεκριμένο δίδυμο.

 

ACCEPT η Χαρά Νέτη 
Ενδιαφέρον το δίλημμα αυτής εβδομάδας, όχι όμως και δύσκολο ως προς την απάντησή του για εμένα τουλάχιστον. Αν καλούμασταν να απαντήσουμε στο ίδιο ερώτημα κάπου εκεί στο 1987, την εποχή που οι ACCEPT έκαναν θραύση με το “Russian Rulette”, κουβαλώντας στις πλάτες τους τα “Balls to the wall” και “Metal Heart”, ενώ την ίδια στιγμή οι RUNNING WILD, κυκλοφορούσαν απλά τα έπη της καριέρας τους, τα πράγματα θα ήταν υπερβολικά ζόρικα. Μιλώντας όμως εν έτει 2020, με τα δύο συγκροτήματα να έχουν συμπληρώσει πια τέσσερις δεκαετίες πορείας στο χώρο, η γερμανική μάχη δείχνει άνιση. Ο λόγος είναι πολύ απλά ότι οι πειρατές του metal, κράταγαν τον ενθουσιασμό μου ζωντανό μέχρι και το “Pile of skulls” του 1992. Από κει κι έπειτα, άρχισαν να τους βρίσκω βαρετούς και επαναλήψιμους σε βαθμό που σταμάτησα κιόλας να ασχολούμαι μαζί τους, αφού παρ’ ότι άκουσα κάθε δουλειά που κυκλοφόρησαν, καμία δεν στάθηκε ικανή να αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον μου γι’ αυτούς. Στον αντίποδα οι ACCEPT, μπορεί μετά το μαγικό τους ξεκίνημα, να διένυσαν πολλά απογοητευτικά χρόνια δισκογραφικά και να άλλαξαν πολλά στη σύνθεσή τους, η επιστροφή τους όμως με το “Blood of the nations”, μας άφησε με το στόμα ανοιχτό και το πιο εντυπωσιακό είναι, πως από η συνέχεια τους ήταν αντάξια του ένδοξου παρελθόντος τους. Αγνό metal, προσαρμοσμένο στον ήχο της εποχής μας, ικανό να γοητεύει τους παλιούς και να προσελκύει και νεότερους. Άλλωστε, παίρνουν πολλούς πόντους και μόνο για το γεγονός ότι έχουν ακόμα τη δίψα να κινούνται ψηλά και να ξεχωρίζουν, κάτι που φαίνεται και από ότι περιοδεύουν ως support των SABBATON, επιλογή που ήταν δική τους και μόνο. Οπότε ναι, ACCEPT με διαφορά!

ACCEPT o Γιώργος Κουκουλάκης
Οι Γερμανοί εναντίον… Γερμανών. Δυo πρωτοστάτες από τον βορρά της Δυτικής Γερμανίας, που έθεσαν τα θεμέλια για τον τευτονικό ήχο που τόσο αγαπήσαμε και που επηρέασε τόσους άλλους. Αγάπησα τους RUNNING WILD, ακούγοντας το “Port royal” και φρόντισα σιγά-σιγά να συμπληρώσω όλη τους την δισκογραφία μέχρι το τέλος της προηγούμενης χιλιετίας, όμως έκτοτε παρακολουθώ τον Rock n’ Rolf να είναι αποπροσανατολισμένος, κάτι που πονάει την υστεροφημία του ονόματος των πειρατών. Μπορεί και οι έτεροι ήρωες του άρθρου μας, να είχαν την δική τους περίοδο παρακμής, ή κάποιες άστοχες κυκλοφορίες, όμως οι ACCEPT έχουν μια πιο σταθερή πορεία. Και οι δύο μπάντες να βασίζονται σε έναν ηγετικό κιθαρίστα, βασικό συνθέτη και καθοδηγητή. Και οι δυο, μετρούν πολλές αλλαγές μελών, όμως μόνο οι ACCEPT κατάφεραν να έχουν εναλλαγές τραγουδιστή δίχως να επηρεαστούν ποιοτικά. Εγώ διαλέγω ACCEPT για τα αμέτρητα τραγούδια τους που θεωρώ κλασικά κι επιδραστικά, όσο και για τις εγγυημένα καλές συναυλιακές εμφανίσεις τους. Μπορώ να παραθέσω όλους τους τίτλους τους εδώ, όμως θα ήταν ανούσιο. Οι ACCEPT παραμένουν ο ακρογωνιαίος λίθος του Γερμανικού metal, παραπάνω από 40 χρόνια από το ξεκίνημά τους. Προσκυνάμε!

 

RUNNING WILD ο Άγγελος Κατσούρας
ΠΟΙΟΙ ACCEPT ΕΝ ΕΤΕΙ 2020 ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΑ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΥΣ RUNNING WILD Γ@ΜΩ ΤΟ ΚΕΡΑΤΟ ΜΟΥ; ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΟΒΑΡΟΙ;

 

ACCEPT ο Ντίνος Γανίτης
Θεωρώ τους ACCEPT μία από τις τρεις πιο σημαντικές μπάντες που έβγαλε η Γερμανία όσων αφορά τον σκληρό ήχο. Οι άλλες δύο είναι γνωστές και δεν χρειάζεται να το αναλύσουμε στην παρούσα φάση. Με σχετικά ευκολία τάσσομαι υπέρ των ACCEPT. Όχι ότι δεν μου αρέσουν οι RUNNING WILD, αλλά η παρέα του Udo έχει κυκλοφορήσει δίσκους που στο δικό μου μυαλό ούτε που κατάφεραν να αγγίξουν οι «πειρατές». Οι ACCEPT είναι πιο κοντά στα μουσικά μου γούστα, είναι έννοια ταυτόσημη με το heavy metal, ο όρος «τευτονικό» πήρε σάρκα και οστά, το riff του “Balls to the wall” απλά σκέτη αλητεία! Δεν μου αρέσει να λέω πολλά λόγια, ότι έπρεπε να πω το είπα. ACCEPT και “Metal heart” μέχρι τέλους!

Η επικράτηση των ACCEPT στη συντακτική ομάδα του Rock Hard, ήταν εμφατική. 9-3. Εσείς τι πιστεύετε;

 962  0 googleplus0  0  962